Το συνοριακό καθεστώς της Θράκης


Με αφορμή την κατάληψη ελληνικού εδάφους από την Τουρκία στον Έβρο, έχει ανοίξει εκ νέου η συζήτηση για το συνοριακό καθεστώς της Θράκης.

Η συνοριακή γραμμή Ελλάδας - Τουρκίας, στην περιοχή της Θράκης, ρυθμίζεται από τη Συνθήκη της Λωζάννης του 1923. Έχει μήκος 203 χιλιόμετρα και στο μεγαλύτερο τμήμα ταυτίζεται με τον ρου των ποταμών Άρδα και ‘Εβρου, εκτός από μια έκταση έντεκα χιλιομέτρων στο ύψος της Ανδριανούπολης, όπου το σύνορο μετατοπίζεται δυτικά του ποταμού.

Κατά τη Συνδιάσκεψη της Λωζάννης, η νέα εθνικιστική Τουρκία επαναδιαπραγματεύθηκε τους όρους της Συνθήκης των Σεβρών από θέση ισχύος, κυρίως, λόγω της Μικρασιατικής Καταστροφής. Έτσι, οι τύχες της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης ήταν προδιαγεγραμμένες και δόθηκαν στην Τουρκία. Εν τούτοις, η τουρκική πλευρά έθεσε, επίσης, θέμα για το καθεστώς της Δυτικής Θράκης και παράλληλα απαίτησε πολεμικές αποζημιώσεις από την Ελλάδα για τις καταστροφές του Ελληνικού Στρατού κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία.

Η τουρκική αντιπροσωπεία στη Συνδιάσκεψη, διά του Ισμέτ Ινονού, ακολούθησε τις κατευθυντήριες γραμμές του οθωμανικού «Εθνικού Συμβολαίου», σύμφωνα με το οποίο: «Το νομικό καθεστώς της Δυτικής Θράκης που πρόκειται να καθοριστεί με τη συνθήκη Ειρήνης θα αποφασιστεί από την ελεύθερη βούληση των κατοίκων της.» Η απαίτηση εν ολίγοις για δημοψήφισμα εδραζόταν στο γεγονός ότι, πριν το 1922, το οθωμανικό στοιχείο υπερτερούσε του ελληνικού στη Δυτική Θράκη (το αντίθετο συνέβαινε ως προς την Ανατολική Θράκη).

Πέραν του δημοψηφίσματος, η τουρκική πλευρά αξίωνε την επαναφορά στο συνοριακό καθεστώς του 1913, το οποίο καθορίστηκε με τη Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης, μετά το Β’ Βαλκανικό Πόλεμο. Αξίωνε, δηλαδή, περιοχές δυτικά του Έβρου. Όμως, η Οθωμανική Αυτοκρατορία είχε παραχωρήσει τις συγκεκριμένες περιοχές στη Βουλγαρία, με μεταγενέστερες συνθήκες του 1913 και του 1915, και το αντικείμενο της Συνδιάσκεψης της Λωζάννης ήταν η επαναδιαπραγμάτευση της Συνθήκης των Σεβρών και όχι προηγούμενες συνθήκες.

Έτσι, οι τουρκικές διεκδικήσεις δυτικά του Έβρου δεν έγιναν αποδεκτές από τους συμμάχους, με κύριο επιχείρημα ότι η περιοχή αυτή είχε περιέλθει στην Ελλάδα από τη Βουλγαρία, με τη Συνθήκη του Νεϊγύ το 1919, στο πλαίσιο των Συνθηκών Ειρήνης που αποτέλεσαν το διπλωματικό επίλογο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Εξαίρεση αποτέλεσε το Κάραγατς (παλιά Ορεστιάδα), το οποίο εκχωρήθηκε στην Τουρκία, με το «Πρωτόκολλο περί του Κάραγατς ως και των νήσων Ίμβου και Τενέδου», ως αντάλλαγμα για την παραίτηση της Τουρκίας από την απαίτηση για καταβολή πολεμικών αποζημιώσεων. Η εκχώρηση του Κάραγατς έγινε (και) υπό την απειλή δημιουργίας βουλγαρο-τουρκικής συμμαχίας, αφού η Βουλγαρία, στην προσπάθειά της να πετύχει εδαφικό διάδρομο προς το Αιγαίο, έθεσε στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης την «ουδετεροποίηση» της Δυτικής Θράκης.

Η κατάληξη της Συνδιάσκεψης της Λωζάννης ήταν η απόδοση της Δυτικής Θράκης στην Ελλάδα και η χάραξη των ελληνοτουρκικών συνόρων κατά μήκος του ποταμού Έβρου, με εξαίρεση την περιοχή του Κάραγατς. Αποφασίστηκε, επίσης, η δημιουργία αποστρατικοποιημένης ζώνης πλάτους 30 χιλιομέτρων στα σύνορα μεταξύ Ελλάδας, Τουρκίας και Βουλγαρίας. Το καθεστώς αποστρατικοποίησης διήρκησε μέχρι το 1938, οπότε και καταργήθηκε με συμφωνία που υπέγραψε ο δικτάτορας Ιωάννης Μεταξάς.

Η χάραξη των συνόρων ανατέθηκε σε τριμελή επιτροπή, με έναν εκπρόσωπο από την Ελλάδα, έναν από την Τουρκία και έναν πρόεδρο, προερχόμενο από τρίτη χώρα. Το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν η οριοθέτηση του δέλτα του Έβρου προς το Αιγαίο, όπου κυριαρχούν δύο μεγάλοι βραχίονες, ένας ανατολικά και ένας δυτικά. Η περιοχή στο ενδιάμεσο (γνωστή και ως «γκιαούρ αντά», δηλαδή «νησί του γκιαούρη») παραχωρήθηκε από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στη Βουλγαρία, με τη συμφωνία του 1915, και στη συνέχεια παραχωρήθηκε από τη Βουλγαρία στην Ελλάδα, με τη Συνθήκη του Νεϊγύ. Στον προσαρτημένο στη Συνθήκη της Λωζάννης χάρτη, το ελληνοτουρκικό σύνορο χαράχθηκε επί του ανατολικού βραχίονα. Οι τουρκικές αξιώσεις εδράζονταν στο άρθρο 4 της Συνθήκης της Λωζάννης, το οποίο αναφέρει ότι «εν περιπτώσει διαφοράς μεταξύ του κειμένου και του χάρτου θέλει ισχύει το κείμενον» και εφόσον υπήρχε διαφορά, τότε να εφαρμοσθεί το άρθρο 6 της Συνθήκης για τη διαπίστωση του μεγαλύτερου βραχίονα, κατάλληλου για ναυσιπλοΐα, και σε αυτόν να χαραχθεί το σύνορο. Τελικώς, η επιτροπή κατέληξε ότι σύνορο αποτελούσε ο ανατολικός βραχίονας του δέλτα του Έβρου.

Γενικότερα, η επιλογή του Έβρου ως φυσικού συνόρου και η μετατόπιση της κοίτης του ποταμού, κυρίως, μετά από πλημμύρες, αλλά και τεχνικών έργων, έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία εκατέρωθεν αμφισβητήσεων. Για το λόγο αυτό έχουν συνομολογηθεί διάφορες συμφωνίες, οι οποίες ουδέποτε εφαρμόστηκαν, κυρίως, λόγω της κακοπιστίας της τουρκικής πλευράς. Ενώ, εσχάτως, η περιοχή του Έβρου έχει επιχειρηθεί να καταστεί ορμητήριο καθοδηγούμενων από το τουρκικό κράτος μεταναστών προς την Ελλάδα.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ανθεκτικότητα Ερντογάν

«Δεν ονειρεύτηκα ποτέ ότι θα γίνω πολιτικός. Ούτε ξέρω αν θα γίνω ποτέ.»

Ομιλία στην Ολομέλεια της Βουλής για την ανάγκη αξιολόγησης της ισχυριζόμενης ανηλικότητας αιτητών ασύλου